Ο διακεκριμένος Αυστραλοβρετανός δικηγόρος Τζέφρι Ρόμπερτσον, στο βιβλίο με τίτλο «Σε ποιον ανήκει η ιστορία – Η λεία του Έλγιν και τα επιχειρήματα υπέρ της επιστροφής λεηλατημένων θησαυρών», εισηγείται την προσφυγή της Ελλάδας στη διεθνή δικαιοσύνη για τη διεκδίκηση των Γλυπτών.
Ο κ. Ρόμπερτσον ήταν ο επικεφαλής της νομικής ομάδας στην οποία συμμετείχε η Αμάλ Κλούνεϊ, που είχε κληθεί το 2014 από την ελληνική κυβέρνηση να γνωμοδοτήσει επί της νομικής διεκδίκησης των Γλυπτών, χωρίς τελικά η γνωμοδότηση να υιοθετηθεί.
Συγκεκριμένα, μιλώντας το βράδυ της Τρίτης, 12 Νοεμβρίου στο περιθώριο της παρουσίασης του βιβλίου στο κεντρικό Λονδίνο, ο κ. Ρόμπερτσον είπε ότι το ελληνικό αίτημα θα μπορούσε να καταλήξει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για μια απόφαση ή για συμβουλευτική γνωμοδότηση. Σημείωσε ότι αυτό δε θα μπορούσε να γίνει με απευθείας προσφυγή της Ελλάδας κατά του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς οι δύο χώρες αναγνωρίζουν τη συναφή δικαιοδοσία του δικαστηρίου μόνο για διαφορές που ανέκυψαν από το 1984 και μετά.
Σε δηλώσεις του στο ΚΥΠΕ ανέφερε τα εξής:
«Θα έπρεπε το Διεθνές Δικαστήριο να αναλάβει την υπόθεση, διότι πιστεύω ότι έχουμε εξελίξει το νομικό κανόνα ότι ληφθείσα με αθέμιτο τρόπο πολιτιστική περιουσία θα πρέπει να επιστρέφεται και τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι ληφθείσα με αθέμιτο τρόπο πολιτιστική περιουσία. Αυτό νομίζω ότι είναι εφικτό στα επόμενα δυο χρόνια, αν η ελληνική κυβέρνηση πιέσει τα μέλη της Γενικής Συνέλευσης (των Ηνωμένων Εθνών) να υποστηρίξουν μία παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο. 105 από αυτά τα μέλη υποστήριξαν την πρόταση υπέρ της αποκατάστασης (πολιτιστικών περιουσιών) το περασμένο έτος, άρα νομίζω ότι η υποστήριξη υπάρχει. Μακροπρόθεσμα θα μπορούσαμε να έχουμε μια διεθνή συνθήκη για την επιστροφή αθέμιτα ληφθείσας πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά αυτό θα έπαιρνε αρκετά χρόνια να το διαπραγματευτούμε».
Στο βιβλίο του αναφέρει ακόμα δύο πιθανούς τρόπους νομικής διεκδίκησης των Γλυπτών: μία ειδική τροποποίηση της Συνθήκης της UNESCO για τα Μέσα Απαγόρευσης και Αποτροπής Παράνομης Εισαγωγής, Εξαγωγής και Μεταφοράς Ιδιοκτησίας Πολιτιστικής Περιουσίας, ώστε να καλύπτει περιπτώσεις και πριν από το 1970, έτος σύναψης της ή την προσφυγή του ελληνικού κράτους στο Ευρωπαϊκό (ή άλλο περιφερειακό) Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Στο βιβλίο του κάνει επίσης λόγο για «άτολμες» ελληνικές αρχές, εξηγώντας ότι δεν τον βρήκε σύμφωνο η απόφαση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ να απορρίψει πρώιμα, κατά τον ίδιο, τη γνωμοδότηση περί εξέτασης νομικών οδών διεκδίκησης των Γλυπτών.
«Ελπίζω ότι η νέα κυβέρνηση θα είναι ενεργή στην εξερεύνηση τρόπων για να παρθούν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα πίσω από το Βρετανικό Μουσείο», δήλωσε ο κ. Ρόμπερτσον, απαντώντας καταφατικά στο ερώτημα του ΚΥΠΕ αν αυτό αποτελεί πρόταση προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη. «Του έχω στείλει ένα αντίγραφο του βιβλίου μου με τις καλύτερες ευχές και τα συγχαρητήριά μου για την ηγεσία του και ελπίζω ότι θα πάρει την πρωτοβουλία».
Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι η θέση υπέρ της δικαστικής διεκδίκησης των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο δίχαζε και διχάζει την κοινότητα των ειδικών και λοιπών αφοσιωμένων υπερασπιστών της ολότητας του μνημείου. Ήδη το βιβλίο του κ. Ρόμπερτσον έχει προκαλέσει συζήτηση ως προς το κατά πόσο υπονομεύει ή όχι την προσπάθεια να ενταθεί η πίεση επί του Βρετανικού Μουσείου και της βρετανικής κυβέρνησης σε επίπεδο πολιτών και στο πλαίσιο της πολιτιστικής διπλωματίας.
Ο κ. Ρόμπερτσον σχολίασε, έξαλλου, ότι ο πιο γρήγορος τρόπος για την επανένωση των Γλυπτών θα ήταν η ανάδειξη του Τζέρεμι Κόρμπιν στην πρωθυπουργία. «Έχει πει ότι θα τα επέστρεφε στην Αθήνα και θα το έκανε», εκτίμησε μιλώντας στο ΚΥΠΕ ο γνωστός νομικός.
Ο κ. Ρόμπερτσον είπε επίσης ότι απορρίπτει το διαρκή ισχυρισμό της βρετανικής πλευράς ότι ο νόμος αποκλείει την πιθανότητα αποποίησης των Γλυπτών από τους επιτρόπους του Βρετανικού Μουσείου όπως και οποιαδήποτε κυβερνητική παρέμβαση.
«Αυτό είναι μια δικαιολογία. Το κοινοβούλιο στη Βρετανία μπορεί να αλλάξει το νόμο έτσι απλά. Το έχει κάνει δύο φορές. Για λάφυρα των Ναζί το Βρετανικό Μουσείο μπόρεσε να αποποιηθεί, να επιστρέψει ναζιστικά λάφυρα, ενώ και το αυστραλιανό Σύνταγμα μπόρεσε να πάει πίσω από την κηδεμονία του Βρετανικού Μουσείου στην Αυστραλία, όπου ανήκει» δήλωσε.
Απέρριψε επίσης οποιαδήποτε νομική αξία του λεγόμενου «φιρμανιού», που σημείωσε ότι δεν είναι τίποτα άλλο από μια απλή επιστολή αξιωματούχου της Υψηλής Πύλης προς τον Έλγιν για χορήγηση άδειας αντιγραφής των Γλυπτών. Απέρριψε παράλληλα και τα άλλα επιχειρήματα του Βρετανικού Μουσείου, σχολιάζοντας ότι δεν έχει καμία αμφιβολία πως επρόκειτο περί κλοπής από τον Έλγιν.
Πηγή: KYΠΕ